Σελίδες

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2019

«Χριστουγεννιάτικη Ιστορία - Ένα δέντρο, μια φορά»


Το δέντρο

   Σ' ένα άχαρο πεζοδρόμιο μιας πολύβουης πολιτείας ήταν κάποτε ένα άσχημο παραμελημένο

δέντρο. Κανείς δεν το πρόσεχε. Κανείς δεν το φρόντιζε. Κανείς δεν του έδινε την παραμικρή σημασία. Τα φύλλα του είχαν μαραζώσει, είχαν πέσει από καιρό κι είχε απομείνει γυμνό, σκονισμένο και καχεκτικό.

   Ποτέ δεν είχε γνωρίσει του δάσους τη δροσιά. Δεν είχαν κελαηδήσει ποτέ στα φύλλα του πουλιά, με δυσκολία να το άγγιζε πού και πού κάποια πονετική ηλιαχτίδα που γλιστρούσε στα κρυφά ανάμεσα στις μουντές και άχαρες πολυκατοικίες που το περιστοίχιζαν.
   Οι περαστικοί διάβαιναν δίπλα του με αδιαφορία, βλοσυροί και βιαστικοί, χωρίς να του δίνουν καθόλου σημασία, μερικοί μάλιστα πετούσαν αποτσίγαρα, φλούδια από κάστανα και λερωμένα χαρτομάντηλα κι άλλοι φτύνανε στο χωμάτινο τετραγωνάκι γύρω από τη ρίζα του.
   Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, κατάλαβε από κάτι μηχανικούς με σκούρες καμπαρντίνες και κρεμαστά μουστάκια, που έσκυβαν και μουρμούριζαν κι όλο μετρούσαν σκυθρωποί, ότι θα πλάταιναν το δρόμο πλάι του. Κι αν συνέβαινε αυτό, τι τύχη το περίμενε; Θα το πελέκιζαν, θα το ξερίζωναν; Θα το πετούσαν μήπως στα σκουπίδια;
   Εκείνο το χριστουγεννιάτικο δειλινό το δέντρο αισθανόταν πιο παραμελημένο, πιο παραπονεμένο από ποτέ. Στα ολόφωτα παράθυρα γύρω του διέκρινε ανάμεσα από τις κουρτίνες χριστουγεννιάτικα έλατα, που χαρωπά παιδιά τα στόλιζαν με κόκκινα κεριά, καμπανούλες, αγγελούδια, ασημένια πέταλα και γιορτινές γιρλάντες και ζήλευε. Ζήλευε πολύ. Πόσο θα ήθελε να είναι έτσι κι αυτό. Χριστουγεννιάτικο έλατο στη θαλπωρή ενός σπιτιού. Να το φροντίζουν, να το στολίζουν, να το καμαρώνουν...

Το παιδί

   Ήταν κι ένα παιδί. Τις μέρες έκανε δουλειές του ποδαριού. Τα βράδια κοιμόταν στο πάτωμα ενός κρύου πλυσταριού στην αυλή ενός εγκαταλελειμμένου κτιρίου με ετοιμόρροπα μπαλκόνια. Κανείς δεν το πρόσεχε. Κανείς δεν το φρόντιζε. Κανείς δεν του έδινε την παραμικρή σημασία. Τα μάγουλά του είχαν χλομιάσει, τα χέρια του είχαν ροζιάσει, τα μάτια του είχαν γεμίσει θλίψη.
Ποτέ δεν είχε γνωρίσει τη ζεστασιά μιας αγκαλιάς, τη θαλπωρή ενός αληθινού σπιτιού.
   Εκείνο το κρύο χριστουγεννιάτικο βράδυ το αγόρι αισθανόταν πιο παραμελημένο, πιο παραπονεμένο από ποτέ, γιατί είχε μάθει ότι μετά τις γιορτές θα κατεδάφιζαν το μίζερο κτίριο με το πλυσταριό και δεν θα 'χε πού να μείνει.
   Τυλιγμένο στο τριμμένο του παλτό, κοιτούσε απ' τα φωτισμένα παράθυρα τα λαμπερά σαλόνια με τα γκι και τα μπαλόνια, τις φρουτιέρες με τα ρόδια και τα χρυσωμένα κουκουνάρια, έβλεπε γελαστά αγόρια και κορίτσια να κρεμούν στα χριστουγεννιάτικα δέντρα πλουμίδια αστραφτερά και ζήλευε. Ζήλευε πολύ, πόσο θα 'θελε να στόλιζε κι αυτό ένα έλατο σε κάποιου τζακιού το αντιφέγγισμα, με τα δώρα υποσχέσεις μαγικές ολόγυρά του...
Πώς το 'φερε η τύχη έτσι κι εκείνο το χριστουγεννιάτικο βράδυ και συναντήθηκαν κάποια στιγμή το δέντρο εκείνο κι εκείνο το παιδί...

H συνάντηση
   Εκείνο το δειλινό το παιδί γυρνούσε άσκοπα στους δρόμους της πολύβουης πολιτείας. Κάθε τόσο σταματούσε σε κάποια βιτρίνα. Κόλλαγε τη μύτη του στο τζάμι και κοιτούσε με μάτια εκστατικά όλα εκείνα τα λαχταριστά, σε μια βιτρίνα λόφοι από μελομακάρονα, κουραμπιέδες και πολύχρωμα τρενάκια φορτωμένα με σοκολατάκια, σε μια άλλη ζαχαρένιοι Αγιο-Βασίληδες με μύτες από κερασάκια και μια παραμυθένια πριγκίπισσα από πορσελάνη να κοιτάζει από το αψιδωτό παράθυρο ενός φιλντισένιου κάστρου και λίγο παρακάτω, σε μια άλλη βιτρίνα, μια ονειρεμένη τρόικα με έναν πρόσχαρο αμαξά, μολυβένια στρατιωτάκια με κόκκινες στολές καβάλα σε άλογα πιτσιλωτά να καλπάζουν στοιχισμένα στη σειρά και στο βάθος ένα οπάλινο παλάτι σε μια χιονισμένη στέπα.
   Έτσι όπως περπατούσε με τα μάτια στραμμένα στις καταστόλιστες βιτρίνες, έπεσε άθελά του πάνω σ' έναν περαστικό με καμηλό παλτό και γκρενά κασκόλ που γύριζε στο σπίτι του φορτωμένος με σακούλες και πακέτα που φύγανε από τα χέρια του, σκόρπισαν στο δρόμο εδώ και κεί. Το παιδί έχασε την ισορροπία του, γλίστρησε, το κεφάλι του χτύπησε με φόρα στο πεζοδρόμιο, ένιωσε μια σκοτοδίνη. Ο περαστικός του 'βαλε οργισμένος τις φωνές, το κατσάδιασε για τα καλά.
   Το αλητάκι σηκώθηκε, το 'βαλε στα πόδια, κατηφόρισε παραπατώντας ένα σοκάκι με μια υπαίθρια αγορά, έστριψε ένα δυο στενά και βρέθηκε στο δρόμο με το παραμελημένο δέντρο. Σταμάτησε λαχανιασμένο να πάρει ανάσα, από τα φωτισμένα παράθυρα, τα χνωτισμένα, αχνοφαίνονταν τα γιορτινά σαλόνια με τα έλατα τα στολισμένα.
— Όμορφα δεν είναι; Ακούει τότε μια φωνή.
Ήταν το δέντρο του δρόμου.
— Πολύ. Αποκρίθηκε το παιδί, χωρίς να παραξενευτεί καθόλου που ένα δέντρο μιλούσε, του άρεσε να του μιλάει κάποιος χωρίς να το σπρώχνει, χωρίς να το κατσαδιάζει, χωρίς να το αποπαίρνει.
— Στόλισέ με! —ψιθύρισε το δέντρο— Στόλισέ με και εμένα έτσι!
— Μακάρι να μπορούσα! Πικρογέλασε το παιδί.
— Προσπάθησε, σε παρακαλώ. Ίσως αυτά, ξέρεις, να 'ναι τα στερνά μου Χριστούγεννα, να μην δω άλλα.
— Γιατί το λες αυτό;
— Άκουσα ότι θα πλατύνουν το δρόμο, πελέκι ή ξεριζωμός με περιμένει, ένα από τα δύο... Δεν είμαι σίγουρο ακόμα.
   Το παιδί σκέφτηκε ότι θα κατεδάφιζαν το ετοιμόρροπο κτίριο με το ξεχαρβαλωμένο πλυσταριό, το καταφύγιό του. Σε λίγο δεν θα 'χε ούτε 'κείνο πού να μείνει. Σε κάποιο χαρτόκουτο ίσως;
— Στόλισε με! Παρακάλεσε άλλη μια φορά το δέντρο. Το παιδί κοίταξε ολόγυρά του.
— Με τι; Απόρησε.
— Ό,τι να 'ναι... κάτι θα βρεις εσύ!! Δεν μπορεί.
— Καλά... Αφού το θέλεις τόσο πολύ, κάτι θα βρω να σε στολίσω...
Συμφώνησε το παιδί κι άρχισε να ψάχνει.
Τα στολίδια
   Εκείνη τη στιγμή, λες και κάτι ψυχανεμίστηκε ο ουρανός, έπιασε να χιονίζει, το χιόνι έπεφτε πυκνό... Χάδι απαλό σκέπαζε ανάλαφρα με πάλλευκες νιφάδες στα ολόγυμνα κλωνιά του παραμελημένου δέντρου.
   Πήρε τότε το μάτι του παιδιού κάτι να αστράφτει λίγο παραπέρα. Μια παρέα πλουσιόπαιδα, που είχαν περάσει από το δρόμο λίγο νωρίτερα, είχαν πετάξει χρωματιστά χρυσόχαρτα από τις καραμέλες που έτρωγαν με λαιμαργία τη μια μετά την άλλη. Το αγόρι μάζεψε ένα ένα τα πεταμένα χρυσόχαρτα, τα μάλαξε με τα δάχτυλά του και έπλασε αστραφτερές πράσινες μπλε και βυσσινόχρωμες μπαλίτσες, μετά ξήλωσε τα κουμπιά του φθαρμένου παλτού και με τις κλωστές κρέμασε τις φανταχτερές μπαλίτσες στα χιονοσκέπαστα κλωνιά του δέντρου.
— Ευχαριστώ! Είπε το δέντρο, ανατριχιάζοντας απ' τη χαρά του.
— Με τι άλλο άραγε να το στολίσω; Μονολόγησε το παιδί.
Λες κι είχε ακούσει τα λόγια του, μια νοικοκυρά τρεις δρόμους παρακάτω άδειασε με φόρα απ' το παράθυρο μιας κουζίνας μια λεκάνη με σαπουνάδα σε μια πλακόστρωτη αυλή. Ο άνεμος πήρε ένα πανάλαφρο σύννεφο από σαπουνόφουσκες και τις ταξίδεψε παιχνιδίζοντας μαζί τους, το αγόρι τις είδε να πλησιάζουν στραφταλίζοντας στο φεγγαρόφωτο, τις κοίταξε με τέτοια λαχτάρα που εκείνες, λες και κατάλαβαν την επιθυμία του, άφησαν τον άνεμο να τις φέρει ένα - δυο γύρους και να τις κρεμάσει στα κλωνιά του δέντρου.
— Όσο πάω κι ομορφαίνω! Καμάρωσε το δέντρο.
— Σίγουρα ομορφαίνεις! Συμφώνησε το αγόρι σφίγγοντας γύρω του το παλτό γιατί έκανε πολύ, πάρα πολύ κρύο...
— Κοίτα! Έρχονται!
Ένα φωτεινό σύννεφο πλησίαζε τρεμοπαίζοντας στο σκοτάδι.
— Ελάτε! Τις κάλεσε με το βλέμμα το παιδί.
Και οι πυγολαμπίδες, λάμψεις αλλόκοσμες, τρεμοσβήνοντας ονειρικά, κάθισαν νεραϊδένιες γιρλάντες στα κλωνιά του δέντρου.
   Το κρύο γινόταν όσο πήγαινε πιο τσουχτερό. Το χιόνι έπεφτε ολοένα πιο πυκνό. Το αγόρι σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό και τότε το είδε! Είδε το πεφταστέρι κι εκείνο, λες και συνάντησε το βλέμμα του, διέγραψε στο σκοτάδι μια φαντασμαγορική χρυσαφένια τροχιά και ακούμπησε απαλά στην κορφή του δέντρου.
   Και ήταν τώρα πράγματι όμορφο το δέντρο λουσμένο στο φεγγαρόφωτο με τα χρυσαφένια μπαλάκια να στραφταλίζουν, τις σαπουνόφουσκες να σιγοτρέμουν, τις πυγολαμπίδες να αναβοσβήνουν κέντημα δαντελένιο στα χιονισμένα του κλωνιά και το πεφταστέρι ν' ανασαίνει χρυσαφένιο φως στην κορφή του.
M' έκανες τόσο, μα τόσο όμορφο - είπε το δέντρο στο παιδί - Σ' ευχαριστώ πολύ. Σ' ευχαριστώ αληθινά... Πόσο θα 'θελα να μπορούσα να σου χάριζα κι εγώ ένα δώρο...
— Μπορείς! Αποκρίθηκε το παιδί χουχουλίζοντας τα χέρια - Άσε με, σε παρακαλώ, να καθίσω στη ρίζα σου για λίγο. Νιώθω τόσο, μα τόσο κουρασμένο, πονάω... και δεν έχω πού να πάω...
— Αμέ! Έλα, κάθισε. Κάθισε στη ρίζα μου όσο θέλεις. Είπε το δέντρο.
— Και να δεις... Θα κάνω εγώ μια ευχή για σένα.
   Το παιδί σήκωσε το γιακά, τυλίχτηκε στο παλιό του πανωφόρι, κάθισε στο χιονοσκέπαστο πεζοδρόμιο, αγκάλιασε το κορμί του δέντρου και σφίχτηκε όσο μπορούσε πιο κοντά του.

Το ταξίδι

  Το χιόνι έπεφτε γύρω του. Πάνω του πυκνό. Όλο του το σώμα έτρεμε, τα χέρια του είχαν μουδιάσει, τα δόντια του χτυπούσαν. Έκλεισε τα μάτια για να τα προστατέψει από τις ριπές του χιονιού, όταν ξαφνικά —τι παράξενο— άκουσε εκείνον τον ήχο... Τον ήχο τον χαρμόσυνο! Κουδουνάκια τρόικας! Ένα μαστίγιο ακούστηκε να κροταλίζει, άλογα να καλπάζουν ρυθμικά.
   Άνοιξε τα μάτια. Απίστευτο! Στα μελανιασμένα χείλη του άνθισε ένα χαμόγελο. Από βάθος του δρόμου, θαμπά στην αρχή, αλλά όλο και πιο ξεκάθαρα, την είδε. Είδε την παραμυθένια τρόικα με τα ασημένια κουδουνάκια να πλησιάζει φορτωμένη δώρα διαλεχτά. Την οδηγούσε ένας ροδομάγουλος αμαξάς με γούνινο σκούφο, κόκκινη μύτη και πυκνή κυματιστή γενειάδα. Πίσω από την τρόικα κάλπαζαν στρατιώτες με πορφυρές στολές, καβάλα σε περήφανα άλογα στολισμένα με χρυσαφένιες φούντες...
   Παραξενεύτηκε το παιδί. Πώς βρέθηκε εδώ αυτή η τρόικα φορτωμένη τόσα δώρα; Και οι καβαλάρηδες; Κάπου τους ήξερε. Κάπου τους είχε ξαναδεί!
   H τρόικα σταμάτησε μπροστά του, τα άλογα χρεμέτισαν, ο αμαξάς χαμογέλασε, από το παράθυρο της άμαξας πρόβαλε το πρόσωπο της πριγκιποπούλας.
— Τι όμορφο δέντρο! —Χαμογέλασε— Ποιος να το στόλισε άραγε;
— Εγώ! Αποκρίθηκε το παιδί.
— Αλήθεια;
— Ναι.
— Έλα μαζί μου τότε. Έλα να στολίσεις έτσι όμορφα και το έλατο του βασιλιά, να ζήσεις στο παλάτι μας παντοτινά.
— Δεν πάω πουθενά χωρίς το δέντρο μου! Απάντησε το αγόρι.
   H πριγκιποπούλα έδωσε τότε εντολή και οι στρατιώτες του βασιλιά έσκαψαν βαθιά, πήρανε το δέντρο μαζί με τις ρίζες του και το φύτεψαν σε μια πορσελάνινη γλάστρα, μετά το φόρτωσαν στην τρόικα.
   Γελώντας πρόσχαρα, ο αμαξάς άπλωσε το χέρι του, βοήθησε το παιδί να ανέβει στην άμαξα να κάτσει πλάι του, τα άλογα στράφηκαν, τον κοίταξαν με τα μεγάλα τους μάτια και ρουθούνισαν ανυπόμονα.
   Όλα τα κτίρια, όλα τα φανάρια, όλες οι βιτρίνες, τα πάντα, είχαν τώρα εξαφανιστεί. Μπροστά τους ανοιγόταν μια απέραντη στέπα κι εκεί στο βάθος μέσα από τα διάφανα πέπλα του χιονιού αχνοφαίνονταν μαγευτικοί οι μεγαλόπρεποι τρούλοι κι οι αψιδωτές πύλες του οπάλινου παλατιού!
   Ο ροδομάγουλος αμαξάς τράβηξε τα γκέμια. Κροτάλισε το μαστίγιο, τα άλογα χύθηκαν χλιμιντρίζοντας μπροστά, καλπάζοντας όλο και πιο γοργά... λες κι είχανε φτερά... Σε λίγο η τρόικα κι η ακολουθία της είχαν χαθεί στο βάθος της χιονισμένης στέπας.
   Το χιόνι που συνέχισε ολοένα πιο πυκνό το σιωπηλό χορό του έσβησε σχεδόν αμέσως τα ίχνη από τις ρόδες και τα πέταλα των αλόγων..

Λένε οι παλιοί...

   Λένε οι παλιοί ότι το πεζοδρόμιο εκείνο ήταν κάποτε κάπως πιο φαρδύ, ότι φύτρωνε κάποτε κάποιο δέντρο εκεί.
   Διηγούνται επίσης οι παλιοί ότι ένα χριστουγεννιάτικο πρωί βρήκαν στη ρίζα του δέντρου ξεπαγιασμένο ένα παιδί σκεπασμένο από το χιόνι, τυλιγμένο σ' ένα τριμμένο παλτό χωρίς κουμπιά, με ένα γαλήνιο χαμόγελο, ένα χαμόγελο ευτυχίας ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του.
   Λένε ακόμα ότι από τότε κάθε παραμονή Χριστουγέννων, γύρω στα μεσάνυχτα, κάτι παράξενο συμβαίνει, κάτι που κανείς δεν μπορεί να το εξηγήσει. Ένα σμάρι πυγολαμπίδες τριγυρνούν επίμονα τρεμοσβήνοντας σε εκείνο το σημείο, λες και κάτι αναζητούν, λες και γυρεύουνε να θυμηθούνε κάτι, ότι ένας άνεμος αναπάντεχος φέρνει, ποιος ξέρει από πού, ανάλαφρες σαπουνόφουσκες και χρυσόχαρτα αστραφτερά, ενώ την ίδια στιγμή ένα υπέροχο πεφταστέρι διαγράφει στον ουρανό μια φαντασμαγορική τροχιά και πέφτει στο σημείο ακριβώς εκείνο.
Έτσι λένε...Ποιος ξέρει;


[πηγή: Ευγένιος Τριβιζάς, εφ. Τα Νέα, 24 Δεκεμβρίου 2003]

 Follow & Like : Teacher's Blog

Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2019

10 πράγματα που οι γονείς δεν θα πρέπει να κάνουν για τα παιδιά τους

  Μερικές φορές, οι γονείς βοηθούν τα παιδιά τους πάρα πολύ. Το καθήκον τους είναι να τα στηρίξουν για να μεγαλώσουν σωστά και να αποκτήσουν τη δική τους εμπειρία. Ωστόσο, είναι σημαντικό να μην το παρακάνουν.
Παρακάτω θα μάθετε μερικά από όσα δεν πρέπει να κάνουν οι γονείς. Λάβετε υπόψη αυτά τα πράγματα και τα παιδιά σας θα σας ευχαριστήσουν στο μέλλον.
                                            
#1 Μιλάτε εκ μέρους τους

  Όλα ξεκινούν όταν κάποιος ρωτάει ένα μικρό παιδί: «Ποιο είναι το όνομά σου;» και οι γονείς θέλουν να απαντήσουν: «Είναι ο Τζέισον.» Θα ήταν ωραίο αν αυτή η συνήθεια σταματήσει όταν το παιδί μάθει να μιλάει. Ωστόσο, πολλοί γονείς εξακολουθούν να απαντούν εκ μέρους τους, ακόμη κι όταν τα παιδιά φτάσουν στην εφηβεία. 
   Αυτό που συμβαίνει, είναι πως παίρνετε από τα παιδιά την ευκαιρία να απαντήσουν μόνα τους. Μπορείτε να κάνετε έναν υπαινιγμό στο παιδί για το τι να πει, αν σας το ζητήσει. Αλλά σίγουρα δεν πρέπει ποτέ να μιλήσετε αντί για τα ίδια.
    Τι να κάνετε: Την επόμενη φορά που θα θέλετε να μιλήσετε εκ μέρους του παιδιού σας, προσπαθήστε να σταματήσετε τον εαυτό σας. Αφήστε τα να μιλήσουν μόνα τους.



#2 Προσπαθείτε να είστε φίλοι τους

   Πολλοί γονείς προσπαθούν να γίνουν φίλοι με τα παιδιά τους και δεν θέλουν να τους κρατάνε μυστικά. Μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε γιατί θέλουν κάτι τέτοιο, αλλά ας προσπαθήσουμε να το εξετάσουμε λίγο βαθύτερα. Τι είναι ο φίλος; Είναι ένα πρόσωπο με το οποίο μπορείτε να μιλήσετε με ίσους όρους. Ναι, μπορείτε να πείτε οτιδήποτε σε κάποιο φίλο.

 Ωστόσο, οι γονείς έχουν διαφορετικό ρόλο: ενδιαφέρονται και αγαπούν τα παιδιά τους. Δεν υπάρχει λόγος να προσπαθήσουν να είναι στενοί φίλοι τους. Αφήστε τα παιδιά να κάνουν φίλους από άτομα της ηλικίας τους. Η μαμά και ο μπαμπάς είναι εκεί για να προσφέρουν αγάπη και υποστήριξη.
  Τι να κάνετε: Θέστε όρια και μάθετε να υποστηρίζετε και να σέβεστε ο ένας τον άλλον.




#3 Θέληση και ανάγκη



   Ξέρουμε πως το μπρόκολο είναι πολύ πιο υγιεινό από τις καραμέλες, και ότι τα παπούτσια είναι πιο χρήσιμα από τα παιχνίδια. Πολλές φορές, οι γονείς υπαγορεύουν στα παιδιά τι πρέπει να θέλουν.
   Αυτή η συμπεριφορά καταστέλλει το «εγώ» του παιδιού, τις επιθυμίες και τους στόχους του. Επιπλέον, μπορεί να τα οδηγήσει στο να είναι θύματα χωρίς να φταίνε ή να επαναστατούν ενάντια σε όλους τους άλλους.
   Τι να κάνετε: Αναζητήστε τις ανάγκες και τις επιθυμίες του παιδιού σας. Αν πρέπει να τους μάθετε να έχουν καλές συνήθειες, κάντε το ομαλά και όχι βίαια.






#4 Τα βοηθάτε υπερβολικά


   Τα παιδιά ηλικίας 2-3 ετών, μπορούν μόνα τους να βάλουν και να βγάλουν διάφορα ρούχα και να τα τοποθετήσουν στο πλυντήριο. Επιπλέον, σε αυτή την ηλικία θέλουν να κάνουν πράγματα μόνα τους.
   Τι κάνουν οι γονείς: Επιμένουν να τα ντύνουν, μέχρι να μεγαλώσουν και υποστηρίζουν τη συμπεριφορά τους με τη φράση: «Δεν μπορεί να το κάνει!». Επίσης, δεν τα αφήνουν να φάνε μόνα τους, αλλά τα ταΐζουν, και γενικότερα τα εμποδίζουν να δρουν μόνα τους. Αργότερα, οι γονείς αναρωτιούνται γιατί το έφηβο παιδί τους είναι ακατάστατο ή γιατί δεν θέλει να βοηθήσει στις δουλειές.
  Τι να κάνετε: Αφήστε το παιδί να κάνει όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα μόνο του.





#5 Επιλέγετε εσείς τις προτιμήσεις τους



   Οι γονείς, συχνά προσπαθούν να επιβάλουν τα γούστα και τις προτιμήσεις τους στη μουσική, τα βιβλία, τον τρόπο ντυσίματος και σε άλλα θέματα. Έχουν καλές προθέσεις, αλλά μειώνουν την ατομικότητα του παιδιού. Σε πολλές περιπτώσεις, μπορεί να οδηγήσουν τα παιδιά στο να διαμαρτυρηθούν και να κάνουν το αντίθετο.  
 Τι να κάνετε: Παρακολουθήστε τις αγαπημένες σας ταινίες και ακούστε οι ίδιοι τη μουσική που αγαπάτε. Μπορείτε να συζητήσετε με τα παιδιά σας, αυτά που σας αρέσουν.



#6 Μετράτε τα χρήματά τους


   Στη ζωή των παιδιών, φτάνει μια στιγμή που έχουν τα δικά τους χρήματα. Δεν πρέπει να τα ρωτάτε και να προσπαθείτε να μάθετε πόσα χρήματα τους έχουν απομείνει. Το χειρότερο που μπορείτε να κάνετε, είναι να ελέγξετε τις τσάντες ή τις τσέπες τους. Αυτό σκοτώνει αμέσως την εμπιστοσύνη.
   Μήπως έχει σημασία πόσα χρήματα έχει αφήσει ο γιος ή η κόρη σας; Αφήστε τους να αποταμιεύσουν τα χρήματα για κάτι που θέλουν.
   Τι να κάνετε: Διδάξτε τα παιδιά σας να είναι οικονομικά επιτυχημένα και αφήστε τα να κάνουν ότι θέλουν με τα χρήματά τους.






#7 Επιλέγετε τα χόμπι και τα ενδιαφέροντά τους

  Η μαμά θέλει η κόρη της να παίζει βιολί και μπορεί να οδηγήσει ως την άκρη της πόλης για να την πάει στο μουσικό σχολείο, 3 φορές την εβδομάδα. Ο μπαμπάς θέλει ο γιος του να παίζει ποδόσφαιρο κάθε απόγευμα. Συχνά, οι γονείς υποσυνείδητα προσπαθούν να επιβάλουν ένα χόμπι στα παιδιά τους.

   Τι να κάνετε: Να είστε υπομονετικοί και να προσέχετε τα παιδιά σας. Παρατηρήστε τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις τους. Ρωτήστε τα τι τους αρέσει και στη συνέχεια αφήστε τα να αναπτυχθούν στον τομέα αυτό.








#8 Παίρνετε τις επιτυχίες τους ως δικές σας

   Πολλές μητέρες λένε: «Τρώμε», «Έχουμε αρχίσει να περπατάμε» και άλλες παρόμοιες φράσεις. Φυσικά και είναι υποστηρικτικές, αλλά πρόκειται για επιτυχίες των παιδιών και όχι δικές τους.

   Και όταν μεγαλώσουν τα παιδιά, τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο σοβαρά. Οι μητέρες και οι μπαμπάδες αρχίζουν να λένε για το πώς τα παιδιά τους ολοκλήρωσαν το κολέγιο και βρήκαν δουλειά. Και το κάνουν αυτό, σαν να είναι μόνο δική τους η επιτυχία. Είναι εύκολο να καταλάβετε πόσα παιδιά μισούν κάτι τέτοιο.
   Τι να κάνετε: Να είστε ευτυχείς για τις επιτυχίες των παιδιών σας, αλλά μην τις συγχέετε με τις δικές σας.






#9 Επιλέγετε τα δώρα τους

    Όταν ένα παιδί μπορεί ήδη να μιλήσει, έχει το δικαίωμα να επιλέξει αυτό που θέλει ως δώρο. Και δεν χρειάζεται να είναι ένα μπλουζάκι ή ένα παιχνίδι που υποτίθεται ότι θα το αναπτύξει εκπαιδευτικά.
   Φυσικά, δεν είναι πάντα δυνατό να τα αφήσουμε να επιλέξουν. Αλλά αυτό δίνει στα παιδιά το πιο σημαντικό πράγμα: Την ικανότητα να επιλέγουν, να λαμβάνουν αποφάσεις και να αντιμετωπίζουν τις συνέπειες. Τέτοιες δεξιότητες δεν μπορούν ποτέ να τα βλάψουν στην ενήλικη ζωή.
   Τι να κάνετε: Αφήστε το παιδί σας να επιλέξει τα δώρα που θέλει.







#10 Επεμβαίνετε στην προσωπική τους ζωή

   Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους γονείς των εφήβων. Τα παιδιά έχουν τους φίλους τους και βγαίνουν τα πρώτα τους ραντεβού. Είναι φυσιολογικό και απολύτως φυσικό. Μια ανάκριση του τύπου: «Ποιο είναι αυτό το αγόρι;» θα ενοχλήσει το παιδί σας. Πολλοί έφηβοι θα μοιράζονται προσωπικά θέματα με τους γονείς τους, αν αισθάνονται ασφαλείς.
   Τι να κάνετε: Αντί να ανακρίνετε το παιδί σας, αφήστε το να έχει τον δικό του ιδιωτικό χώρο. Μην κάνετε πάρα πολλές ερωτήσεις αν δείτε ότι δεν θέλουν να μοιραστούν λεπτομέρειες και μην διαβάσετε ποτέ κρυφά τα όσα γράφουν.








Αρχική δημοσίευση: ΤΙ ΛΕΣ ΤΩΡΑ;
Αναδημοσίευση: Nancy's Blog

Επιμέλεια αναδημοσίευσης: Λάλου Σπυριδούλα Μαρία
Follow & Like : Teacher's Blog