Σελίδες

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2020

Ναρκισσισμός: Ο αντίκτυπος του στον χώρο Εργασίας και ο ρόλος των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης

Εισαγωγή

   Ο Ναρκισσισμός είναι μια πολύπλοκη έννοια η οποία έχει πολλές προεκτάσεις και περικλείει ένα αρκετά μεγάλο φάσμα της ζωής του ανθρώπου. Έρευνες έχουν δείξει ότι μπορεί να συνδεθεί με την εκπαίδευση, τα social media ακόμα και με τον εργασιακό χώρο. Γενικά, όμως, είναι μια άγνωστη έννοια στην οποία πρωτοαναφέρθηκε ο διάσημος ψυχολόγος Sigmund Freud το 1914, στο δοκίμιο του «Για να εισαγάγουμε τον ναρκισσισμό», σαν όρο της Ψυχολογίας.

   Όπως αναφέρει στο έργο του, η έννοια αυτή αναφέρεται στην αγάπη που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του και την διαχωρίζει σε Φυσιολογικό και Παθολογικό Ναρκισσισμό. Η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία (American Psychiatric Association) ορίζει τον Ναρκισσισμό ως «διαταραχή της προσωπικότητας που χαρακτηρίζεται από ένα διεισδυτικό μοτίβο μεγαλοπρέπειας, ανάγκη θαυμασμού και έλλειψη ενσυναίσθησης». Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι η ονομασία του όρου προέρχεται από τον μύθο του Νάρκισσου1.

 


Αποσαφήνιση του όρου Ναρκισσισμός

   Σύμφωνα με τον Emmons (1987) η δεκαετία του ΄70 μπορεί να χαρακτηριστεί ως "megeneration" για δύο λόγους: Αφενός γιατί άρχισε να αναπτύσσεται ένα ιδιαίτερα έντονο ενδιαφέρον από τους επιστήμονες για τον Ναρκισσισμό και αφετέρου γιατί πολλοί άνθρωποι φαίνονταν ότι είχαν εγωιστικά χαρακτηριστικά. Σε επιστημονική εργασία του ο Emmons αναφέρει ότι υπήρξαν τρεις κυρίαρχες τάσεις. Η πρώτη επικεντρώνεται στον Ναρκισσισμό ως πολιτιστική ή κοινωνική οντότητα, λέγοντας ότι η κοινωνία γίνεται όλο και πιο πολύ Ναρκισσιστική. Η δεύτερη χαρακτηρίζει την περίοδο αυτή ως μια δεκαετία όπου υπήρχε συνεχή ανάπτυξη της βιβλιογραφίας σε θέματα που άπτονται της Κοινωνικής Ψυχολογίας (Harvey & Weary, 1984). Τέλος, η τρίτη εστιάζει στον Ναρκισσισμό ως κλινική οντότητα.

   Μάλιστα, ο Kemberg (1976∙1980) θεωρεί ότι ο Ναρκισσισμός αποτελεί συνέπεια της απόρριψης ή της εγκατάλειψης των παιδιών από τους γονείς. Ωστόσο, κατά τον Emmons (1987) όλα τα παραπάνω αποτελούσαν θεωρητικές προσεγγίσεις. Για αυτό και έπρεπε να βρεθεί ένα εργαλείο που θα μπορούσε να δώσει σαφή αποτελέσματα για την προσωπικότητα ενός ανθρώπου. Έτσι, λοιπόν, οι Raskin και Hall (1979) δημιούργησαν το Narcissistic Personality Inventory (NPI), δηλαδή ένα ερωτηματολόγιο που αποτελείτο από 54 ερωτήσεις και μπορούσε να μετρήσει τον Ναρκισσισμό ως χαρακτηριστικό της προσωπικότητας. Η βάση για την δημιουργία του ήταν τα κριτήρια της τρίτης έκδοσης του Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders DSM-III) που αφορούσαν τη διαταραχή της Ναρκισσιστικής προσωπικότητας. Τις επόμενες δεκαετίες δημοσιεύθηκαν πολλές έρευνες πάνω σε αυτό το αντικείμενο και έχουν αναπτυχθεί διάφορες θεωρίες.

   Συγκεκριμένα, οι ερευνητές κατέληξαν ότι το μοντέλο του φάσματος του Ναρκισσισμού συνθέτει μια εκτεταμένη προσωπικότητα, η οποία εμπεριέχει κοινωνικο-ψυχολογικά και κλινικά στοιχεία που αντανακλούν ανάμεσα στην Φυσιολογική και Παθολογική έκφραση της προσωπικότητας (Krizan & Herlache, 2018). Σε έρευνα τους οι Krizan και Herlache (2018) αναφέρουν ότι είναι πλέον αποδεκτό από όλη την επιστημονική κοινότητα ότι η ναρκισσιστική προσωπικότητα είναι υπαρκτή αλλά υπάρχουν έντονες διαφωνίες για τα εξής: (α) ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της, (β) πώς οργανώνονται αυτά τα χαρακτηριστικά και (γ) τι αντιπροσωπεύει την οργάνωση τους. Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα καθορίσει με ακρίβεια πότε ένας άνθρωπος είναι Νάρκισσος σε φυσιολογικά πλαίσια και πότε κάποιος έχει Ναρκισσιστική διαταραχή. Σύμφωνα με την Κυπραίου (2020) μερικά από τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας ενός Νάρκισσου είναι τα ακόλουθα: (α)έχει μια μεγαλειώδη αίσθηση για τη σημαντικότητα του εαυτού του, (β) πιστεύει ότι είναι «ιδιαίτερος» και μοναδικός και μπορεί να τον καταλάβουν ή να σχετιστεί μόνο με άλλα «ιδιαίτερα» ή υψηλού επιπέδου άτομα ή φορείς, (γ) απαιτεί υπερβολικό θαυμασμό, εκμεταλλεύεται τους άλλους για να επιτύχει τους δικούς του σκοπούς, (δ) του λείπει η ενσυναίσθηση δηλαδή είναι απρόθυμος να αναγνωρίσει τα συναισθήματα των άλλων και (ε) δείχνει αλαζονικός, με υπεροπτική συμπεριφορά ή στάση. Συνοπτικά, ο Ναρκισσισμός δεν δείχνει σημάδια εξαφάνισης και συνεχίζει να προσελκύει το ενδιαφέρον των ψυχολόγων. Εμπειρικά στοιχεία αποκαλύπτουν ότι ο Ναρκισσισμός είναι κάτι περίπλοκο, με τους μελετητές να συνεχίζουν να διαφωνούν σχετικά με τον καλύτερο προσδιορισμό και μέτρηση του (Krizan & Herlache, 2018).

 

Ναρκισσισμός στον χώρο εργασίας

 

   Ο Ναρκισσισμός, όπως προαναφέρθηκε, είναι μια πολύπλοκη έννοια, η οποία επιδρά σε διάφορους τομείς της καθημερινής ζωής του ανθρώπου. Έτσι, λοιπόν, είναι σημαντικό να διευρυνθεί η συμπεριφορά ενός Νάρκισσου στην εργασία του. Για παράδειγμα, αν κάποιος μάνατζερ σε μια επιχείρηση έχει χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του που παραπέμπουν σε Νάρκισσο, πως μπορεί να επηρεάσει αυτό στις αποφάσεις που μπορεί να λάβει; Στην συνεργασία του με τους συναδέλφους του αλλά και στην αποδοτικότητα του;

   Κατά τον Dollman (2013) ο Χρηματοοικονομικός κλάδος φαίνεται πως προσελκύει αρκετούς μάνατζερ, οι οποίοι έχουν Ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά. Ιδιαίτερα στις ΗΠΑ παρατηρείται ότι διευθυντικά στελέχη καταφεύγουν σε ανήθικες συμπεριφορές για να πετύχουν τους σκοπούς τους, το οποίο αποδίδεται στον Ναρκισσισμό των στελεχών αυτών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις αυτές να υποστούν επιζήμιες συνέπειες, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν την εύρυθμη λειτουργία τους.

   Από την άλλη, η Van der Nest (2010) εξηγεί πως ένας Νάρκισσος όταν καταλάβει ότι το «εγώ» του απειλείται μπορεί να προβεί σε επιθετική συμπεριφορά. Αυτό που μόλις αναφέρθηκε μπορεί εύλογα να συμβεί και στο χώρο εργασίας με αποτέλεσμα να προκύψουν κακές σχέσεις μεταξύ συναδέλφων, οι οποίοι πρέπει να συνεργαστούν για να πετύχει η επιχείρηση τους στόχους που έχει θέσει. Σύμφωνα με την ίδια οι ήδη υπάρχουσες έρευνες έχουν δείξει ότι τα άτομα με υψηλό Ναρκισσισμό έχουν χαμηλά επίπεδα Συναισθηματικής Νοημοσύνης. Αυτό αφενός επιβεβαιώνει ότι ένας Νάρκισσος δεν έχει ενσυναίσθηση και αφετέρου αιτιολογεί την προέλευση της επιθετικότητας του. Εν τέλει, η Van der Nest (2010) καταλήγει πως οι εργαζόμενοι με Ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά προσωπικότητας θα πρέπει να αναπτύξουν την Συναισθηματική τους Νοημοσύνη, για να μπορούν να διαχειρίζονται καλύτερα ισχυρές συναισθηματικές καταστάσεις (δηλ. Θυμό).

   Παρόλα αυτά, λόγω της μετριοπαθούς συσχέτισης μεταξύ Συναισθηματικής Νοημοσύνης και Ναρκισσισμού η Van der Nest θεωρεί ότι δεν μπορεί να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα για την θετική συσχέτιση των δύο αυτών εννοιών. Μελλοντικές έρευνες που θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν, μελετώντας περαιτέρω τη σύνδεση αυτή, κατά πάσα πιθανότητα θα έδιναν πιο σαφή και επιβεβαιωμένα αποτελέσματα.

   Τέλος, η Choi (2018) σε έρευνα που πραγματοποίησε σε  285 υπαλλήλους εταιρειών της Νότιας Κορέας κατέληξε ότι ο Ναρκισσισμός αυξάνει την αλλαγή της διάθεσης των εργαζομένων, καθώς και το αίσθημα της εγκατάλειψης. Επιπλέον, υποστηρίζει ότι διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στον Ναρκισσισμό και την ικανοποίηση από την εργασία διαδραματίζει ο εθισμός στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (Social Media). Ωστόσο, ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματα της έρευνας της, που είναι και ιδιαίτερα ενθαρρυντικό, δείχνει πως όταν ο εργαζόμενος υποστηρίζεται από την επιχείρηση τότε αφενός τα υψηλά επίπεδα Ναρκισσισμού μειώνονται και αφετέρου μειώνεται και ο εθισμός στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (Choi, 2018). Η σημαντικότητα των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης αλλά και η συσχέτιση τους με τον Ναρκισσισμό θα αναλυθούν περαιτέρω στην επόμενη ενότητα.

 

Ναρκισσισμός και Social Media

 

   Ναρκισσισμός συνδέεται με κοινωνικά μέσα δικτύωσης για τουλάχιστον μια δεκαετία. Σύμφωνα με αρκετούς επιστήμονες έχουν χαρακτηριστεί ως το πρωταρχικό περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσεται ο Ναρκισσισμός και είναι έντονα ορατός ο Πολιτιστικός Ναρκισσισμός (Twenge Campbell, 2009).

   Σύμφωνα με τους Campbell και McCain (2017) όσον αφορά τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης οι ερευνητές έχουν καταλήξει ότι σχετίζονται με τον Φυσιολογικό Ναρκισσισμό και δεν υπάρχει καμία συσχέτιση με την Παθολογική έκφανση του. Οι πρώτες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν για την συμπεριφορά όσων έχουν Ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά, έγιναν στο διάσημο μέσο κοινωνικής δικτύωσης Facebook. Σύμφωνα με την διεθνή βιβλιογραφία παρατηρήθηκε ότι οι χρήστες επεδίωκαν να δημοσιεύουν φωτογραφίες λαμπερές και προσεκτικά διαμορφωμένες με στόχο την αυτοπροβολή και την προσέλκυση της αναγνώρισης από τους άλλους χρήστες. Αποτέλεσμα της απήχησης που προέρχεται από την αυτοπροβολή τους είναι να καταναλώνουν όλο και περισσότερο χρόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προσπαθώντας να αποκτήσουν επιπλέον φίλους (Campbell & McCain, 2017). Ειδικότερα, μετά την ενσωμάτωση φωτογραφικής κάμερας στο εμπρόσθιο μέρος της οθόνης, δηλαδή τις χαρακτηριζόμενες φωτογραφίες ως «selfies» σε κοινωνικά δίκτυα, όπως το Instagram, υπήρξε κατακόρυφη αύξηση της χρήσης αυτής της κάμερας για λήψη φωτογραφιών. Μάλιστα, είχε γίνει τόσο ευρέως διαδεδομένη η «selfie» που για το έτος 2013 ο όρος αυτός καθιερώθηκε ως λέξη της χρονιάς από το Oxford English Dictionary.

   Σε μια άλλη έρευνα που πραγματοποίησαν οι McCain και Campbell (2016) επιβεβαιώνει τα όσα προαναφέρθηκαν, καθώς σε δείγμα 62 ατόμων προέκυψε συσχέτιση ανάμεσα στον Ναρκισσισμό και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Φαίνεται πως ο Ναρκισσισμός συνδέεται με τον χρόνο που αφιερώνει κάποιος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην συχνότητα αναρτήσεων και στον αριθμό φίλων/ακόλουθων που έχει, καταλήγουν οι συγγραφείς της εν λόγω έρευνας.

Εν κατακλείδι, αυτό μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι λίγο πολύ όλοι μας έχουμε κάποια χαρακτηριστικά Νάρκισσου. Για να μην υπάρχουν, όμως, διάφορες παρερμηνείες αυτό δεν σημαίνει ότι είναι κάτι αρνητικό, αρκεί να μην ξεπερνά την λεπτή γραμμή του Φυσιολογικού (επιθυμητό) από τον Παθολογικό (ανεπιθύμητο) Ναρκισσισμό.

 

Επιμέλεια: Κωστούλης Δημήτρης,

Φοιτητής Διοίκησης Επιχειρήσεων 

Αναδημοσίευση:sciencart

Facebook Page: Sciencart

Follow& Like:Teacher's Blog

 

Σημειώσεις

1) Ο μύθος του Νάρκισσου βρίσκεται ολόκληρος στον ακόλουθο σύνδεσμο https://cutt.ly/qycxbDC

2) Τα δικαιώματα της φωτογραφίας ανήκουν στην google.

 

Βιβλιογραφία

 

Campbell, W. K., & McCain, J. (2017). Narcissism and social media (Διαθέσιμο στοfile:///C:/Users/%CE%9A%CF%8E%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%82/Downloads/Narcissism%20and%20Social%20Media%20Chapter-draft.pdf).

 

Choi, Y. (2018). Narcissism and social media addiction in workplace. JournalofAsianFinance, Economicsand Business, 5(2), 95-104.

 

Dollman, A. (2013). Narcissism in the Workplace and its Effects on an Organization. DSM-5, American Psychiatric Association, 696-670. (Διαθέσιμο στοhttps://cutt.ly/kycxZML).

 

Emmons, R. A. (1987). Narcissism: Theory and measurement. Journal of personality and social psychology, 52(1), 11.

 

Krizan, Z., &Herlache, A. D. (2018). The narcissism spectrum model: A synthetic view of narcissistic personality. Personality and Social Psychology Review, 22(1), 3-31.

 

McCain, J. L., & Campbell, W. K. (2016). Narcissism and social media use: A meta-analytic review. Psychology of Popular Media Culture, 7(3), 308.

 

Van der Nest, L. J. (2010). Exploring the moderating effect of emotional intelligence on the relationship between narcissism and workplace aggression (Doctoral dissertation, Stellenbosch: University of Stellenbosch).

 

Ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας (ΝΔΠ / NPD) (2020, Μάιος 4). Ανακτήθηκε από https://cutt.ly/vycxBlC

 


Δευτέρα 6 Ιουλίου 2020

Παιδικό τραύμα και πως αντιμετωπίζεται.

   Σύμφωνα με τους ειδικούς ψυχικής υγείας κάποιες ενέργειες μας μπορούν να βλάψουν το σώμα αλλά και την ψυχή ενός βρέφους. Το ψυχικό τραύμα μπορεί να δημιουργηθεί είτε από ένα μεμονωμένο γεγονός (π.χ. θάνατος, διαζύγιο), είτε από μια σειρά γεγονότων ή ακόμη και από χρόνιες καταστάσεις (π.χ. χρόνια σεξουαλική κακοποίηση) που βιώνονται από μέρους του παιδιού. Το παιδί αισθάνεται ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το γεγονός και καταβάλλεται από μία αίσθηση έλλειψης ελέγχουν η οποία σωματοποιείται.

   Τα παιδιά που βιώνουν μία τραυματική εμπειρία σε βρεφική ηλικία, είναι δύσκολο να την εκφράσουν καθώς δεν έχουν αναπτύξει τον προφορικό λόγο. Έτσι το τραύμα περνάει στο ασυνείδητο. Αποθηκεύεται στη μνήμη, στην αμυγδαλή του εγκεφάλου, και μπορεί να επανέλθει στο συνειδητό ως ανάμνηση όταν το παιδί έρθει σε επαφή με κάποιο σχετικό με το τραύμα ερέθισμα (π.χ. ένας ήχος).

   Στη συνέχεια θα αναφερθούμε στους δύο τύπους τραυμάτων. Το μεμονωμένο τραύμα, όπου αφορά ένα γεγονός όπως μία επίθεση, μια σεξουαλική ή σωματική κακοποίηση, ένα ατύχημα, μία φυσική καταστροφή, έναν θάνατο κ.α. και το επαναλαμβανόμενο τραύμα, όπου μπορεί να είναι μια χρόνια κακοποίηση ή μια κατάσταση που έχει μεγάλη χρονική διάρκεια.

   Η αντίδραση σε τέτοιες καταστάσεις ποικίλει ανάλογα με το παιδί. Έτσι μία αντίδραση είναι η αποσύνδεση ή η άρνηση του τραυματικού γεγονότος, το παιδί προσπαθεί να αποφύγει το γεγονός, προσπαθεί να μην το σκέφτεται, κλείνεται στον εαυτό του και αποφεύγει τα συναισθήματά του. Ή το μετατραυματικό στρες. Τα παιδιά που βιώνουν έντονο στρες κατά τη διάρκεια ενός αρνητικού γεγονότος μπορεί να εμφανίσουν αργότερα συμπτώματα μετατραυματικού στρες. Αυτό το στρες εμφανίζεται ξανά και ξανά είτε με τη μορφή αναμνήσεων είτε με την μορφή εφιάλτη που κάνει το παιδί να βιώνει ξανά το τραυματικό γεγονός.

   Σημάδια μετατραυματικού στρες στα παιδιά:

·         Δυσκολίες στον ύπνο για αρκετές ημέρες.

·         Εφιάλτες που σχετίζονται με το τραύμα.

·         Άγχος αποχωρισμού, απροθυμία επιστροφής στο σχολείο και μαθησιακές δυσκολίες.

·        Φοβίες για διάφορα θέματα (π.χ. στο σχολείο, σε κάποιο ογκώδη άνθρωπο, σκηνές από την τηλεόραση, χρώματα).

·         Αμφιβολίες για τον εαυτό του, χαμηλή αυτοεκτίμηση, επιθυμία απόσυρσης.

   Η δική μας πρόταση για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας κατάστασης είναι το παιχνίδι. Το παιχνίδι είναι η φύση του παιδιού (και του ανθρώπου γενικότερα), το βοηθάει να εκφραστεί ελεύθερα, χωρίς τύψεις, ενοχές και αμφιβολίες. Η Παιγνιοθεραπεία λοιπόν ενδείκνυται και στην αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων. Το παιχνίδι είναι μία ασυνείδητη προσπάθεια να επεξεργαστούν, να ξεπεράσουν και να αναπτύξουν μια αίσθηση ελέγχου στη ζωή τους. Ασυνείδητα προσπαθεί μέσω της θεραπείας να ξεπεράσει το τραύμα του.

   Στόχος της Παιγνιοθεραπείας σχετικά με το τραύμα είναι να βοηθήσει το παιδί να δουλέψει το τραύμα του, για να αισθανθεί ότι και πάλι ορίζει τη ζωή του και έχει έλεγχο του εαυτού και των συναισθημάτων του. Μέσω της ασφάλειας που παρέχει ο θεραπευτής στο παιδί σταδιακά επανέρχεται ο έλεγχος και το παιδί ξαναβρίσκει τη δύναμη και τη χαρά του.

 



Επιμέλεια:

Λάλου Σπυριδούλα Μαρία,

Εκπαιδευτικός

 Follow & Like:Teacher's Blog

Πηγές: 

«Παιγνιοθεραπεία, Ψυχοθεραπευτική παρέμβαση για παιδιά και εφήβους», Τατιάνα Ρομπερτσον, Β’ έκδοση, Το «Έρμα».