Σελίδες

Πέμπτη 9 Απριλίου 2020

Μελετώντας την παρεκκλίνουσα συμπεριφορά


Τι είναι η παρεκκλίνουσα συμπεριφορά; Πώς ορίζεται από τους κοινωνιολόγους και πώς σχετίζεται με τους μαθητές;
   Σύμφωνα με την Κοινωνιολογία έχουν δημιουργηθεί διαφορετικές απόψεις και ρεύματα γύρω από το θέμα της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς καθώς και στο πώς αυτή ορίζεται. Μπορούν λοιπόν να διακριθούν δύο κύριες κατηγορίες, η μία έχει δεχτεί επιρροές από τη θετικιστική προσέγγιση και η άλλη από την εποικοδομηστική.

   Εν συντομία, η θετικιστική προσέγγιση υποστηρίζει πως η παρεκκλίνουσα συμπεριφορά είναι απόλυτα πραγματική, η αντικειμενιστική άποψη ότι η συμπεριφορά αυτή είναι κάτι παρατηρήσιμο και τέλος η ντετερμινιστική πώς είναι προϊόν κάποιας αιτίας. Από την άλλη η εποικοδομηστική προσέγγιση, αποτελείται από τη σχετική άποψη, δηλαδή η παρεκκλίνουσα συμπεριφορά είναι μία ετικέτα, την υποκειμενιστική άποψη, όπου η παρέκκλιση είναι υποκειμενική εμπειρία και η εθελοντιστική άποψη όπου την χαρακτηρίζει ως εκούσια και αυτόβουλη πράξη.
   Ο ταλανισμός αυτός των κοινωνιολόγων στον ορισμό της συμπεριφοράς αυτής δημιουργείται λόγω της διαφωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους. Σύμφωνα με μελέτη του L.Simmons (1965), το δείγμα του απάντησε πως παρεκκλίνον είναι: ο αλκοολικός, ο ναρκομανής, ο δολοφόνος, ο ψυχικά και σωματικά ασθενής, ο ανάπηρος, ο διαζευγμένος και ούτω καθεξής. Ήταν 252 διαφορετικές απαντήσεις που δόθηκαν από το δείγμα της μελέτης αυτής.
   Διαπιστώνουμε λοιπόν, πως η παρεκκλίνουσα συμπεριφορά είναι εκείνη που διαφέρει από τα καθιερωμένα, εκείνη που ξεφεύγει από το «φυσιολογικό», από τα πλαίσια που εμείς θέτουμε ή η κοινωνία. Έτσι είναι και στο σχολείο, όπου είναι η μικρογραφία της κοινωνίας. Μαθητές και εκπαιδευτικοί στιγματίζονται καθημερινά με τη δράση τους.
   Σχετικά με τους μαθητές όμως, εκείνος που φωνάζει, βρίζει, δεν προσέχει στο μάθημα, δεν έχει «τρόπους» ετικετοποιείται με τον όρο παρεκκλίνον. Δεν προσαρμόζεται δηλαδή σε αυτό που ο εκπαιδευτικός, ο διευθυντής, το σχολείο, η οικογένεια και η κοινωνία γενικότερα θεωρεί ότι «πρέπει» να κάνει στην ηλικία του. Πολλές φορές σε συζητήσεις με γονείς και εκπαιδευτικούς ακούμε να αναφέρονται οι συμπεριφορές μαθητών όπου μιλούν άσχημα, αντιμιλούν, χτυπούν, ασκούν εκφοβισμό, κάνουν ζημιές, κυρίως υλικές.
   Σίγουρα όλα αυτά κρύβουν μία δόση αλήθεια, αλλά και μύθου. Ας μη ετικετοποιούμε συμπεριφορές και ανθρώπους. Μη επιζητούμε μαθητές στρατιωτάκια, ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα. Οι μαθητές μας είναι ζωντανοί οργανισμοί, είναι άνθρωποι όπως και εμείς. Ας αναζητήσουμε καλύτερα βαθύτερες αιτίες όσων ονομάζουμε παρεκκλίνουσες συμπεριφορές.
   Βοηθάμε τους μαθητές μας, τους συνανθρώπους μας και όσους μας έχουν ανάγκη με κάθε δυνατό τρόπο. Μη βιαστείτε να χαρακτηρίσετε και να κατονομάστε. Με τον στιγματισμό δεν μειώνουμε την παρεκκλίνουσα συμπεριφορά ίσα ίσα που την ενισχύουμε.

Επιμέλεια:
Λάλου Σπυριδούλα Μαρία
Εκπαιδευτικός
Follow & Like :Teacher's Blog

Πηγές:
«Παρεκκλίνουσα συμπεριφορά», Alex Thio, εκδόσεις ίων ΕΛΛΗΝ
L.Simmons (1965)

Δευτέρα 6 Απριλίου 2020

Τι σημαίνει Ειδική Γλωσσική Διαταραχή;


Η Ειδική γλωσσική διαταραχή αποτελεί μια αναπτυξιακή γλωσσική διαταραχή του προφορικού λόγου, στην οποία εμπλέκονται πολλοί παράγοντες κίνδυνου όχι μόνο γενετικοί, αλλά και οι επιδράσεις από το περιβάλλον. Χαρακτηρίζεται από την αποτυχία των παιδιών να κατακτήσουν και να χειριστούν την γλώσσα.

Η διαταραχή αυτή εκδηλώνεται από την πρώτη παιδική ηλικία και εξακολουθεί να υφίστανται σε όλη την διάρκεια της ζωής του παιδιού. Αποτελεί το 3 με 5 % του γενικού πληθυσμού και εμφανίζεται στην πλειονότητα στα αγόρια.
Αναφορικά με την κλινική τους εικόνα, τα παιδιά με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή καθυστερούν να εκφέρουν τις πρώτες τους λέξεις και ο λόγος τους είναι φτωχός. Εντοπίζονται ελλείμματα στον γραπτό λόγο και στην αναγνωστική τους ικανότητα. Επιπλέον, αδυνατούν να σχηματίσουν τον πληθυντικό αριθμό λέξεων (ουσιαστικών και επιθέτων) αφού παρουσιάζουν και ελλείμματα στα άρθρα, τις αντωνυμίες και τα επίθετα.
Τα παιδιά χρησιμοποιούν απλή συντακτική δομή. Με άλλα λόγια, τα παιδιά δυσκολεύονται στην κατανόηση ιεραρχικών δομών και εξαρτήσεων μεταξύ λέξεων και προτάσεων. Έχουν ασθενής λεκτική βραχύχρονη μνήμη σε έργα που απαιτούν επανάληψη λέξεων ή προτάσεων.Αναφορικά με τις κοινωνικές δεξιότητες, τα παιδιά αδυνατούν να εκφράσουν τα συναισθήματα τους.
Η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή δεν περιορίζεται μόνο στη γλώσσα, αλλά ενδέχεται να συνυπάρχει και με άλλες γνωστικές διαταραχές. Ειδικότερα, με διαταραχές στη μνήμη, στην ταχύτητα επεξεργασίας και στην ακουστική αντίληψη.

Επιμέλεια:
Καλαματιανού Αμαλία
Εκπαιδευτικός

Follow & Like:Teacher's Blog

Βιβλιογραφία

Ebbels, S. (2014). Effectiveness of intervention for grammar in school-aged children with primary language impairments: A review of the evidence.Child Language Teaching and Therapy,30(1), 7-40
Μαστροπαύλου, Μ. (2006). The role of phonological salience and feature interpretability in the grammar of typically developing and language impaired children.
Μουτσινάς Γ. (2015), Μαθητές με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή και Διδακτική Παρέμβαση - Κλινικά Χαρακτηριστικά και Θεραπευτικές Προσεγγίσεις, Επιστημονικό Εκπαιδευτικό Περιοδικό «eκπ@ιδευτικός κύκλος», Τόμος 3, Τεύχος 3