Το παραμύθι αυτό σκοπό έχει να μας διδάξει την αγάπη και το νοιάξιμο. Ο καθένας από εμάς έχει τον δικό του μοναδικό τρόπο να δείχνει τα συναισθήματα του. Δεν μπορούμε να περιμένουμε από τον άλλον να κάνει ότι θέλουμε εμείς, αλλά μπορούμε να νιώσουμε το διαφορετικό. Να νιώσουμε τον διαφορετικό τρόπο που ο καθένας δείχνει την αγάπη του.
Μια φορά και έναν καιρό, σε μια χώρα μακρινή ζούσανε όλα τα φρούτα μαζί. Ήταν μια χώρα γεμάτη χρώματα και αρώματα καθώς εκεί έμεναν η Λίτσα η Φραουλίτσα, ο Πάκης ο Πεπονάκης, η Λίλα η Αχλαδούλα, ο Άκης και ο Τάκης Κερασάκης, ο Μένιος το Ακτινίδιο, η Σούλα η Μανταρινούλα και η Κοκό το Βερίκοκο.
Όλα τα φρούτα κάθε μέρα συναντιόντουσαν και παίζανε μαζί, λέγανε ιστορίες πότε αστείες και πότε τρομακτικές, ανάλογα με το πώς φυσούσε ο αέρας. Γενικά ακουγόταν πως περνούσαν όλοι, μα όλοι, πολύ καλά.
Μια μέρα στη χώρα αυτή ήρθε ένα καινούργιο φρούτο από την μακρινή Αργεντινή. Ήταν ένα κατακίτρινο μυρωδάτο φρούτο που το λέγανε Γιάννα η Μπανάνα. Η Γιάννα ήταν αρκετά περίεργη και της άρεσε να μαθαίνει. Είχε ακούσει για τη χώρα των φρούτων όπου όλοι περνούσαν πολύ καλά και αποφάσισε να μετακομίσει εκεί. Όταν έφτασε ήταν βράδυ και δεν υπήρχε κανένας έξω. Την άλλη μέρα όμως, βγήκε πρωί- πρωί να κάνει μια βόλτα για να δει τον κόσμο και να τον γνωρίσει. Φόρεσε λοιπόν την κίτρινη ζακέτα της και πήγε στην πλατεία. Τα άλλα φρούτα, όταν την είδανε , άρχισαν να την κοιτάνε περίεργα. Δεν είχαν ξαναδεί μπανάνα. Μετά από λίγη ώρα, όμως, όλοι μαζί γίνανε μια παρέα. Ακούγανε τη Γιάννα τη Μπανάνα να τους λέει ιστορίες από την Αργεντινή και από το μακρινό ταξίδι της και δεν τη χορταίνανε. Όταν πια είχε βραδιάσει, είπαν όλοι καληνύχτα και ο καθένας πήγε σπίτι του. Το ίδιο έκανε φυσικά και η Γιάννα η Μπανάνα. Όταν, όμως, έφτασε στο σπίτι της, σκεφτότανε τα άλλα φρούτα και έλεγε από μέσα της:
« Φάνηκε πως τους άρεσαν οι ιστορίες μου, αλλά το παράξενο είναι πως κανένας τους δεν με φίλησε γλυκά για καληνύχτα όπως κάνουμε πάντοτε όλοι στην Αργεντινή. Μμμ! Ίσως είναι νωρίς ακόμα. Μπορεί αύριο που θα συναντηθούμε να μου δώσουνε την πρωινή αγκαλίτσα που κάνουμε εμείς τα φρούτα στην Αργεντινή». Αυτά σκεφτότανε και την πήρε γλυκά – γλυκά ο ύπνος.
Την άλλη μέρα έφτασε πρώτη στην πλατεία που μαζευόταν τα φρούτα. Μετά από λίγο ή η Λούλα η Αχλαδούλα που μόλις είδε τη Γιάννα της χαμογέλασε και της είπε:
- Καλημέρα Γιάννα Μπανάνα.
- Εεε… καλημέρα και σε σένα Λούλα Αχλαδούλα, είπε η Μπανάνα και περίμενε την αγκαλιά. Όμως η Αχλαδούλα φαινόταν να μη θέλει να την αγκαλιάσει.
Ίσως να μη με συμπαθεί και τόσο, σκέφτηκε η Γιάννα η Μπανάνα.
Τότε εμφανίστηκε ο Πάκης ο Πεπονάκης που τους φώναξε από μακριά:
- Καλημέρα κούκλες, τι χαμπάρια;
Αλλά ούτε και αυτός έδειχνε να θέλει να κάνει αγκαλιές. Ύστερα ήρθανε μαζί η Κοκό το Βερίκοκο και ο Μένιος το Ακτινίδιο.
- Καλημέρα στην παρέα, φωνάξανε, χωρίς ούτε αυτοί να αγκαλιάσουν κανέναν.
- Τι ιστορία θα μας πεις σήμερα Γιάννα Μπανάνα; Ρώτησε ο Μένιος.
- Σήμερα λέω να ακούσω τις δικές σας ιστορίες, απάντησε η Γιάννα.
- Θα σας πω εγώ μια ιστορία, φώναξε η Σούλα η Μανταρινούλα και όλου κάθισαν να την ακούσουν.
Όταν πια είχε βραδιάσει, όλοι πήγαν ξανά στα σπίτια τους χωρίς να φιληθούν και φυσικά χωρίς να αγκαλιστούν. Η Γιάννα η Μπανάνα ανησυχούσε μήπως δεν ήταν αγαπητή από τους άλλους και αυτό τη στεναχωρούσε πάρα πολύ. Εκείνο το βράδυ δεν μπορούσε να κοιμηθεί και γι’ αυτό βγήκε μια βόλτα. Στο δρόμο συνάντησε την κυρία Σούζη το μεγάλο πράσινο καρπούζι.
- Επ, εσύ πρέπει να είσαι η καινούργια τής παρέας, της είπε τρυφερά η κυρία Σούζη.
- Ναι εγώ είμαι, απάντησε θλιμμένα η Γιάννα η Μπανάνα.
- Φαίνεσαι λυπημένη, τι συμβαίνει; Δεν σου αρέσει εδώ;
Η Γιάννα η Μπανάνα στην αρχή δίστασε, αλλά μετά της είπε:
- Νομίζω πως τα άλλα φρούτα δεν με αγαπάνε.
- Μα εγώ τους ακούω να λένε συνέχεια τα καλύτερα λόγια για σένα και το πόσο σε θαυμάζουνε, είπε η κυρία Σούζη.
- Ναι , αλλά ούτε με αγκαλιάζουνε ούτε με φιλάνε, απάντησε στεναχωρημένα η Γιάννα η Μπανάνα.
- Μα εμείς εδώ δεν κάνουμε τέτοια πράγματα. Δεν κάνουμε αγκαλιές και φιλιά επειδή είναι επικίνδυνο. Για φαντάσου εγώ το μεγάλο καρπούζι να αγκαλιάσω έστω και μαλακά τη Λίτσα τη Φραουλίτσα. Μπορείς να φανταστείς τι θα γίνει;
- Έχεις δίκιο, απάντησε η Γιάννα η Μπανάνα. Και τότε πώς δείχνετε στους άλλους ότι τους αγαπάτε και ότι σας αρέσει η παρέα τους;
- Μα πολύ απλά με το να καθόμαστε κοντά τους, να ακούμε τις ιστορίες τους, να τους κοιτάμε, να τους χαμογελάμε και να μην τους μιλάμε άσχημα. Όλα αυτά δείχνουν πως αγαπάμε κάποιον.
- Δηλαδή και εμένα με αγαπάνε; Ακόμα και αν δεν με αγκαλιάζουν, δεν με φιλάνε και δεν μου το λένε συνέχεια;. Ρώτησε απορημένη η Γιάννα η Μπανάνα.
- Μα φυσικά καλή μου. Ο καθένας μας έχει και το δικό του τρόπο για να λέει και να δείχνει την αγάπη του.
- Από τότε η Γιάννα η Μπανάνα ένιωθε πολύ όμορφα με τα άλλα φρούτα και ας μην την αγκαλιάζανε, επειδή ήξερε πως το κάνανε για να μην την πονέσουνε. Έτσι άρχει να ευχαριστιέται την παρέα τους και να περιμένει «πως και πως» το πότε θα τα συναντήσει.
Πηγές: «Θεραπευτικά Παραμύθια, Νένα Γεωργιάδου, Ψυχολόγος, Σειρά: Παιδοψυχολογία, 12η Ανατύπωση, Εκδόσεις Οξυγόνο, σελ 33-37»
Επιμέλεια βίντεο: Λάλου Σπυριδούλα Μαρία
Follow & Like: Teacher's Blog