Η διαταραχή
ελλειμματικής προσοχής υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μια διαταραχή που
επισήμως διαγιγνώσκεται σε παιδιά και εφήβους. Τα τελευταία χρόνια έχει
σημειωθεί αυξημένη εγρήγορση στην παγκόσμια ψυχιατρική κοινότητα για την
αναγνώριση της διαταραχής αυτής στον ενήλικο πληθυσμό ως συνέχεια από την
παιδική και εφηβική ηλικία. Μάλιστα θα
προστεθεί και ως επίσημη διάγνωση στο «φρέσκο» εγχειρίδιο κατάταξης των
ψυχιατρικών διαταραχών της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας (DSM-V) που
είναι προγραμματισμένο να εκδοθεί το μήνα που διανύουμε. Παρά την
προαναφερθείσα εγρήγορση, η διαταραχή αυτή είναι ίσως από τις λιγότερο
αναγνωριζόμενες παγκοσμίως στους ενήλικες, ενώ ο επιπολασμός της φτάνει έως και >5%, ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό,
εάν αναλογιστεί κανείς για παράδειγμα ότι οι διάφοροι τύποι αγχωδών διαταραχών
ξεχωριστά έχουν παρόμοια ποσοστά εμφάνισης. Η ΔΕΠΥ δείχνει σαφή προτίμηση στο αντρικό φύλο σε
αναλογία τουλάχιστον 3>1.
Η ΔΕΠΥ στην παιδική και εφηβική ηλικία δημιουργεί διάφορα προβλήματα στην σχολική και κοινωνική
λειτουργικότητα των παιδιών και συχνά παρουσιάζει συννοσηρότητα και με άλλες
οντότητες όπως διαταραχές άγχους, διάθεσης , συμπεριφοράς και χρήσης ουσιών. Σε
πάνω από τις μισές περιπτώσεις η
διαταραχή συνεχίζεται έστω και με μερική ύφεση στην ενήλικη ζωή. Οι
παράγοντες κινδύνου συνέχισης της διαταραχής είναι το οικογενειακό ιστορικό, η
ένταση των συμπτωμάτων, ο συνδυασμένος τύπος (βλέπε παρακάτω), η συννοσηρότητα
και οι επιβαρυντικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Τα πυρηνικά χαρακτηριστικά της ΔΕΠΥ αφορούν τη λειτουργία της
προσοχής, την υπερκινητικότητα και την παρορμητικότητα. Κλινικά υπάρχουν 3
τύποι στον καθένα από τους οποίους προεξάρχει η ελλειμματική προσοχή, η
υπερκινητικότητα/παρορμητικότητα ή και τα δύο (συνδυασμένος τύπος).
Εξυπακούεται ότι τα συμπτώματα πρέπει να έχουν μεγάλη διάρκεια τουλάχιστον 6
μηνών. Αυτό είναι σημαντικό γιατί ενίοτε σε όλους μας μπορεί να εμφανιστούν
κάποια από τα συμπτώματα της διαταραχής π.χ. σε περιόδους έντονου στρες ή
κόπωσης. Επιπλέον, τα συμπτώματα θα πρέπει να έχουν ξεκινήσει στην παιδική ή
εφηβική ηλικία, ασχέτως εάν αναγνωρίστηκαν τότε ή όχι.
Η προσοχή αποτελεί μια ανώτερη ψυχική λειτουργία μέσω της
οποίας επιτυγχάνεται ενεργητική ή παθητική εστίαση σε αισθητηριακά δεδομένα ή
σε άλλες ανώτερες λειτουργίες. Στη ΔΕΠΥ η
εστίαση στις διάφορες ασχολίες και υποχρεώσεις της καθημερινότητας συνήθως
είναι προβληματική. Η προσοχή διασπάται
εύκολα από εξωτερικά (ή εσωτερικά όπως σκέψεις) ερεθίσματα. Το
άτομο πάσχει από εμφανή έλλειψη
τάξης και οργάνωσης, χάνει πράγματα, ξεχνά πράγματα, δυσκολεύεται να
ολοκληρώσει καθήκοντα που απαιτούν επαναλαμβανόμενη νοητική
προσπάθεια όπως μια εργασία στο πανεπιστήμιο ή στον επαγγελματικό του χώρο και
του ξεφεύγουν λεπτομέρειες. Βεβαίως και υπολείπεται στο multitasking, δηλαδή στην ενασχόληση με
περισσότερα από ένα πράγματα ταυτόχρονα. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι
συχνά μοιάζει να μην ακούει τι του
λένε σε μια συζήτηση και να χρειάζεται επανάληψη. Επίσης, συχνά
εμφανίζει αναποφασιστικότητα ακόμα
και για ήσσονος σημασία θέματα.
Η υπερκινητικότητα εκδηλώνεται με συνεχείς άσκοπες κινήσεις π.χ. του ποδιού
(fidgeting) ή περπάτημα πέρα δώθε, δυσκολία παραμονής στην ίδια θέση για
επαρκές διάστημα, υποκειμενικό αίσθημα
εσωτερικής ανησυχίας και έντασης και συχνά υπερβολική ομιλία.
Η παρορμητικότητα εκδηλώνεται με πράξεις απουσία σκέψης, ανυπομονησία, συναισθηματική ευμεταβλητότητα,
εκρήξεις θυμού και μπορεί να έχει δυσάρεστα αποτελέσματα στην
καθημερινή ζωή όπως συχνοί καυγάδες, προβληματική οδήγηση με πολλές κλήσεις ή
ατυχήματα, παραβατική συμπεριφορά, υπερβολικές σπατάλες χρημάτων, εύκολη
εναλλαγή συντρόφων, αδυναμία σταθεροποίησης σε εργασιακό επίπεδο και σε επίπεδο
σχέσεων. Τέλος ένα σημαντικό ζήτημα είναι και η χρήση ουσιών με συχνότερο το αλκοόλ, κατάσταση που δυσκολεύει
και επιπλέκει τη θεραπευτική προσέγγιση.
Γενικώς στον ενήλικο πληθυσμό η εικόνα
μπορεί να μην είναι εμφανής και να ξεφύγει της διάγνωσης λόγω της
συννοσηρότητας με διαταραχές άγχους και διάθεσης και χρήσης ουσιών. Δεν είναι
ασυνήθιστη η δυσκολία στην διάγνωση λόγω κοινών κλινικών γνωρισμάτων με διαταραχές
όπως π.χ. η μανιακή ή υπομανιακή φάση της διπολικής διαταραχής. Πρέπει να
σημειωθεί ότι στην αμιγή ΔΕΠΥ δεν υπάρχει νοητική υστέρηση, απλώς υπάρχουν
περιπτώσεις που συμπτώματα ΔΕΠΥ εμφανίζονται δευτερογενώς στο πλαίσιο
διαταραχών του φάσματος του αυτισμού και συνδρόμων νοητικής υστέρησης.
Η διάγνωση γίνεται μέσω κλινικής εξετάσης από ψυχίατρο, ενώ
επικουρικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν ειδικά γραπτά τεστ ερωτήσεων. Δεν
υπάρχουν βιολογικοί δείκτες ή άλλες εξετάσεις διαγνωστικές της ΔΕΠΥ.
Η διαταραχή αντιμετωπίζεται φαρμακευτικά.
Ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις όπως η CBT, η ψυχοεκπαίδευση, η συμβουλευτική
π.χ. στην οργάνωση του χρόνου και άλλες μπορούν να ενισχύσουν το τελικό
αποτέλεσμα. Είναι ευνόητο ότι η
φαρμακευτική ή/και ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση των συχνών συννοσηρών
καταστάσεων επίσης εδραιώνει όσο το δυνατόν πιο βέλτιστο θεραπευτικό
αποτέλεσμα.
Η φαρμακευτική αγωγή περιλαμβάνει τη μεθυλφαινιδάτη άμεσης
(Ritalin) και παρατεταμένης αποδέσμευσης (concerta), ουσία που ανήκει στους διεγέρτες
του ΚΝΣ. Η δράση της εκδηλώνεται μέσω αναστολής της αντλίας επαναπρόσληψης των
μονοαμινών ντοπαμίνη & νοραδρεναλίνη αυξάνοντας τη συγκέντρωσή τους στη
συναπτική σχισμή μεταξύ των νευρώνων. Εξαιτίας της σημαντικής ντοπαμινεργικής
και νοραδρενεργικής εννεύρωσης του προμετωπιαίου φλοιού (περιοχή του εγκεφάλου
κατεξοχήν ρυθμιστική των πυρηνικών συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ δηλαδή της προσοχής,
της κινητικής δραστηριότητας και της παρορμητικότητας, αλλά και άλλων όπως της
λήψης αποφάσεων και επίλυσης προβλημάτων), η επίδραση αυτή της μεθυλαφαινιδάτης
έχει θεραπευτικό αποτέλεσμα. Με παρόμοιο τρόπο, αλλά με τη διαφορά ότι επιδρά
μόνο στη νοραδρενεργική νευροδιαβίβαση, δρα η ατομοξετίνη (strattera). Τα δύο αυτά φάρμακα πρέπει να χορηγούνται υπό
την αυστηρή επίβλεψη ψυχιάτρου αφενώς γιατί υπάρχει κίνδυνος εθισμού στη
μεθυλφαινιδάτη σε περίπτωση αλόγιστης χρήσης και αφετέρου λόγω της ανάγκης
ελέγχου πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών και αλληλεπιδράσεων με άλλους
φαρμακευτικούς παράγοντες. Επιπλέον δύναται να έχουν παράλληλη
δράση και σε συννοσηρές καταστάσεις όπως η κατάθλιψη και η συναισθηματική
αστάθεια. Ανεξάρτητα από αυτό οι συννοσηρές καταστάσεις πρέπει να
αντιμετωπίζονται αναλόγως το ποια κλινική εικόνα προεξάρχει. Για παράδειγμα, σε
περίπτωση κατάχρησης αλκοόλ θα πρέπει αρχικά να γίνει η θεραπεία αποτοξίνωσης
και σε δεύτερο χρόνο η φάση αποκατάστασης που θα συμπεριλάβει το επίπεδο της
συναισθηματικής κατάστασης , άγχους και έντασης των συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ όσον
αφορά τη συνέχεια της θεραπευτικής αντιμετώπισης. Άλλα φάρμακα που μπορεί να
χρησιμοποιηθούν ως 2ης επιλογής θεραπεία είναι αντικαταθλιπτικά όπως η
βουπροπιόνη, η βενλαφαξίνη και τα τρικυκλικά καθώς και η μοδαφινίλη.
Η διαδικτυακή κοινότητα για τη ΔΕΠΥ http://www.adhdforum.gr είναι ένας πολύ ενδιαφέρον
ιστότοπος (απρόσμενα χρήσιμος για τα ελληνικά δεδομένα) για άτομα με τη
διαταραχή και όχι μόνο. Στο φόρουμ συζητώνται αρκετά εξειδικευμένα ζητήματα που
αφορούν τη διαταραχή, ενώ έχουν δημιουργηθεί και ομάδες αυτοβοήθειας. Πρέπει
βέβαια να ειπωθεί ότι ναι μεν η ενημέρωση που προσφέρεται στο διαδίκτυο έχει τη
χρησιμότητά της, αλλά τον τελευταίο λόγο θα πρέπει να έχει ο ψυχίατρος, ο
οποίος ως ειδικός έχει την επιστημονική κατάρτιση, αλλά και γνωρίζει καλύτερα
τον ασθενή του, εξατομικεύοντας την οποιαδήποτε θεραπευτική παρέμβαση.
Επιμέλεια: Σπύρος Καλημέρης
Ψυχίατρος –
Ψυχοθεραπευτής
Ορμινίου 34-36, 2ος
Όροφος, Ιλίσια, 11528, Αθήνα Κινητό: 6973389212 –
Σταθερό: 2130248566
Αρχική δημοσίευση: www.allaboutparents.gr